Ισαάκ Απ. Γεροντίδης, Δικηγόρος, ΜΔΕ Νομικής Σχολής Αθηνών
is.gerontidis@gmail.com
Στις 6 Ιουνίου 2012 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατέθεσε την πολυαναμενόμενη πρότασή της για ένα ευρωπαϊκό νομικό πλαίσιο διαχείρισης κρίσεων στον τραπεζικό τομέα. Το προτεινόμενο πλαίσιο ελπίζεται ότι θα συμβάλει στη σταθεροποίηση του ευρωπαϊκού τραπεζικού συστήματος και θα εμποδίσει, στο μέλλον, την επανάληψη φαινομένων που οδήγησαν τις ευρωπαϊκές τράπεζες στη δυσμενή θέση στην οποία βρίσκονται ήδη από το 2008.
Υπενθυμίζεται ότι η σχετική συζήτηση ξεκίνησε για πρώτη φορά το 1985 και κατέληξε, μέσα από μία δαιδαλώδη διαδρομή, στην Οδηγία 2001/24/ΕΚ. Η Οδηγία αυτή, ωστόσο, φιλοδοξούσε μόνο να συντονίσει τη διαδικασία διασυνοριακής εφαρμογής των εθνικών νομοθεσιών των κρατών-μελών. Στη συντριπτική πλειονότητά τους, όμως, τα κράτη- μέλη της Ε.Ε. δεν διέθεταν ένα ολοκληρωμένο πλαίσιο διαχείρισης της αφερεγγυότητας των πιστωτικών ιδρυμάτων, παρά την κρισιμότητα των τελευταίων για την προστασία των αποταμιευτών, τη χρηματοδότηση της πραγματικής οικονομίας και την εύρυθμη λειτουργία των συστημάτων πληρωμών.
Με την πρότασή της η Επιτροπή επιδιώκει τη δημιουργία κατά το δυνατόν ομοιόμορφων εθνικών νομοθεσιών, οι οποίες θα είναι ευκολότερο να συντονιστούν, αν χρειαστεί, για τη διαχείριση κρίσεων των διασυνοριακών τραπεζικών ομίλων που λειτουργούν στον ευρωπαϊκό χώρο.
Η ομοιομορφία θα συνίσταται στην κοινή διάρθρωση των εθνικών νομοθεσιών, οι οποίες θα χωρίζονται σε τρία διακριτά στάδια, σε καθένα από τα οποία θα διαφοροποιείται τόσο η προσφερόμενη «νομική εργαλειοθήκη» όσο και η ένταση παρέμβασης των επιφορτισμένων με την εφαρμογή του νομικού πλαισίου αρχών, δηλαδή των Κεντρικών Τραπεζών ή ειδικών Αρχών Εξυγίανσης.
Σε ένα πρώτο στάδιο, που ενδεχόμενα θα ονομάζεται στάδιο «προετοιμασίας»-«έγκαιρης παρέμβασης», τα πιστωτικά ιδρύματα θα καλούνται, σε μία λογική «αυτοδιαχείρισης της κρίσης», να συμμορφωθούν σε εξατομικευμένες εποπτικές επιταγές ή να εφαρμόσουν τα «σχέδια ανάκαμψης» που τα ίδια θα έχουν εκπονήσει.
Σε ένα δεύτερο στάδιο, που θα καλείται ενδεχόμενα στάδιο εξυγίανσης»-«διευθέτησης», οι αρχές θα παρεμβαίνουν για την εξυγίανση του πιστωτικού ιδρύματος, υπό την έννοια της διάσωσης των συστημικά κρίσιμων υπηρεσιών του, και όχι απαραίτητα του ίδιου του παρόχου τους, δηλαδή της ίδιας της τραπεζικής εταιρείας. Σε αυτό, μεγάλη αναμένεται να είναι η εφαρμογή των εργαλείων της «εξυγιαντικής μεταβίβασης περιουσίας», δηλαδή της μεταβίβασης των συστημικά κρίσιμων περιουσιακών στοιχείων του πιστωτικού ιδρύματος σε ένα άλλο που, ελλείψει ενδιαφέροντος από τον ιδιωτικό τομέα, θα είναι ένα ελεγχόμενο από το Δημόσιο μεταβατικό πιστωτικό ίδρυμα (bridge bank).
Σε ένα τρίτο στάδιο, που κατά κανόνα θα ακολουθεί την παραπάνω διάσωση των συστημικά κρίσιμων λειτουργιών, το αφερέγγυο αρχικό πιστωτικό ίδρυμα θα τίθεται σε εκκαθάριση.
Το εξαιρετικά ενδιαφέρον από ελληνικής πλευράς είναι ότι ο εθνικός νομοθέτης έχει ήδη από τον περασμένο Οκτώβριο θεσπίσει σχετικό νομοθετικό πλαίσιο, με τον ν. 4021/2011, οι διατάξεις του οποίου κωδικοποιήθηκαν σε αυτές του ν. 3601/2007 (άρθρα 62 έως 63 Ζ και 68) και βρίσκονται πολύ κοντά στις προτάσεις της Επιτροπής. Το οποίο σημαίνει ότι το ελληνικό τραπεζικό σύστημα τόσο σε επίπεδο εποπτικής αρχής (ΤτΕ) όσο και σε επίπεδο πιστωτικών ιδρυμάτων, θα βρεθεί μάλλον προετοιμασμένο και πεπειραμένο, όταν το ευρωπαϊκό πλαίσιο καταστεί νομική πραγματικότητα, κάτι που δεν προβλέπεται να συμβεί πριν από το 2015. Ας ελπίσουμε ότι, μέχρι τότε, θα έχουμε ακόμη την «πολυτέλεια» να πιστεύουμε στη δυνατότητα διαχείρισης των κρίσεων, και μάλιστα με τον ανώδυνο για τα δημόσια οικονομικά τρόπο που προσδοκά η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
is.gerontidis@gmail.com
Στις 6 Ιουνίου 2012 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατέθεσε την πολυαναμενόμενη πρότασή της για ένα ευρωπαϊκό νομικό πλαίσιο διαχείρισης κρίσεων στον τραπεζικό τομέα. Το προτεινόμενο πλαίσιο ελπίζεται ότι θα συμβάλει στη σταθεροποίηση του ευρωπαϊκού τραπεζικού συστήματος και θα εμποδίσει, στο μέλλον, την επανάληψη φαινομένων που οδήγησαν τις ευρωπαϊκές τράπεζες στη δυσμενή θέση στην οποία βρίσκονται ήδη από το 2008.
Υπενθυμίζεται ότι η σχετική συζήτηση ξεκίνησε για πρώτη φορά το 1985 και κατέληξε, μέσα από μία δαιδαλώδη διαδρομή, στην Οδηγία 2001/24/ΕΚ. Η Οδηγία αυτή, ωστόσο, φιλοδοξούσε μόνο να συντονίσει τη διαδικασία διασυνοριακής εφαρμογής των εθνικών νομοθεσιών των κρατών-μελών. Στη συντριπτική πλειονότητά τους, όμως, τα κράτη- μέλη της Ε.Ε. δεν διέθεταν ένα ολοκληρωμένο πλαίσιο διαχείρισης της αφερεγγυότητας των πιστωτικών ιδρυμάτων, παρά την κρισιμότητα των τελευταίων για την προστασία των αποταμιευτών, τη χρηματοδότηση της πραγματικής οικονομίας και την εύρυθμη λειτουργία των συστημάτων πληρωμών.
Με την πρότασή της η Επιτροπή επιδιώκει τη δημιουργία κατά το δυνατόν ομοιόμορφων εθνικών νομοθεσιών, οι οποίες θα είναι ευκολότερο να συντονιστούν, αν χρειαστεί, για τη διαχείριση κρίσεων των διασυνοριακών τραπεζικών ομίλων που λειτουργούν στον ευρωπαϊκό χώρο.
Η ομοιομορφία θα συνίσταται στην κοινή διάρθρωση των εθνικών νομοθεσιών, οι οποίες θα χωρίζονται σε τρία διακριτά στάδια, σε καθένα από τα οποία θα διαφοροποιείται τόσο η προσφερόμενη «νομική εργαλειοθήκη» όσο και η ένταση παρέμβασης των επιφορτισμένων με την εφαρμογή του νομικού πλαισίου αρχών, δηλαδή των Κεντρικών Τραπεζών ή ειδικών Αρχών Εξυγίανσης.
Σε ένα πρώτο στάδιο, που ενδεχόμενα θα ονομάζεται στάδιο «προετοιμασίας»-«έγκαιρης παρέμβασης», τα πιστωτικά ιδρύματα θα καλούνται, σε μία λογική «αυτοδιαχείρισης της κρίσης», να συμμορφωθούν σε εξατομικευμένες εποπτικές επιταγές ή να εφαρμόσουν τα «σχέδια ανάκαμψης» που τα ίδια θα έχουν εκπονήσει.
Σε ένα δεύτερο στάδιο, που θα καλείται ενδεχόμενα στάδιο εξυγίανσης»-«διευθέτησης», οι αρχές θα παρεμβαίνουν για την εξυγίανση του πιστωτικού ιδρύματος, υπό την έννοια της διάσωσης των συστημικά κρίσιμων υπηρεσιών του, και όχι απαραίτητα του ίδιου του παρόχου τους, δηλαδή της ίδιας της τραπεζικής εταιρείας. Σε αυτό, μεγάλη αναμένεται να είναι η εφαρμογή των εργαλείων της «εξυγιαντικής μεταβίβασης περιουσίας», δηλαδή της μεταβίβασης των συστημικά κρίσιμων περιουσιακών στοιχείων του πιστωτικού ιδρύματος σε ένα άλλο που, ελλείψει ενδιαφέροντος από τον ιδιωτικό τομέα, θα είναι ένα ελεγχόμενο από το Δημόσιο μεταβατικό πιστωτικό ίδρυμα (bridge bank).
Σε ένα τρίτο στάδιο, που κατά κανόνα θα ακολουθεί την παραπάνω διάσωση των συστημικά κρίσιμων λειτουργιών, το αφερέγγυο αρχικό πιστωτικό ίδρυμα θα τίθεται σε εκκαθάριση.
Το εξαιρετικά ενδιαφέρον από ελληνικής πλευράς είναι ότι ο εθνικός νομοθέτης έχει ήδη από τον περασμένο Οκτώβριο θεσπίσει σχετικό νομοθετικό πλαίσιο, με τον ν. 4021/2011, οι διατάξεις του οποίου κωδικοποιήθηκαν σε αυτές του ν. 3601/2007 (άρθρα 62 έως 63 Ζ και 68) και βρίσκονται πολύ κοντά στις προτάσεις της Επιτροπής. Το οποίο σημαίνει ότι το ελληνικό τραπεζικό σύστημα τόσο σε επίπεδο εποπτικής αρχής (ΤτΕ) όσο και σε επίπεδο πιστωτικών ιδρυμάτων, θα βρεθεί μάλλον προετοιμασμένο και πεπειραμένο, όταν το ευρωπαϊκό πλαίσιο καταστεί νομική πραγματικότητα, κάτι που δεν προβλέπεται να συμβεί πριν από το 2015. Ας ελπίσουμε ότι, μέχρι τότε, θα έχουμε ακόμη την «πολυτέλεια» να πιστεύουμε στη δυνατότητα διαχείρισης των κρίσεων, και μάλιστα με τον ανώδυνο για τα δημόσια οικονομικά τρόπο που προσδοκά η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου