Των Γιωργου Μπητρου* και Τασου Aρβαντινη**
Τα νέα μέτρα, στα οποία συμφώνησαν οι πολιτικοί αρχηγοί των κομμάτων που στηρίζουν την κυβέρνηση προβλέπουν εξοικονόμηση μέχρι το 2016 περίπου 14 δισ. ευρώ. Οπως και τα προηγούμενα, τα νέα μέτρα, εκτός του ότι είναι απολύτως οριζόντια, και επομένως άδικα, θα αποδειχθούν εξίσου αναποτελεσματικά για τουλάχιστον δύο λόγους. Πρώτον, γιατί θα παρατείνουν τη βαθιά ύφεση στην οποία βρίσκεται η οικονομία μας, και, δεύτερον, γιατί δεν διορθώνουν τη θεμελιώδη διαρθρωτική της στρέβλωση, η οποία δεν είναι άλλη από τον μεγάλο και αναποτελεσματικό δημόσιο τομέα σε σχέση με τον ιδιωτικό. Αυτές οι διαπιστώσεις εγκυμονούν ύψιστους εθνικούς κινδύνους και πρέπει να αντιμετωπιστούν άμεσα με την εναλλακτική πολιτική που προτείνουμε πιο κάτω.
Εκτιμούμε ότι με την εφαρμοζόμενη πολιτική δεν θα αποφευχθεί η δραστική μείωση της απασχόλησης στον δημόσιο τομέα. Αντί να περιμένουμε να συμβεί σε 1-2 χρόνια, καθυστέρηση που θα προκαλέσει ανήκεστη βλάβη στην πραγματική οικονομία, προτείνουμε να αντιμετωπιστεί τώρα. Εστω, λ.χ., ότι καταργούνται 200.000 θέσεις εργασίας, κατά προτεραιότητα των υπαλλήλων που προσλήφθηκαν εκτός ΑΣΕΠ, δηλαδή παράνομα, την τελευταία δεκαετία και όσοι απασχολούνται σε φορείς του Δημοσίου που θα κλείσουν. Ακόμη, έστω ότι σ’ αυτούς καταβάλλεται αποζημίωση έξι μηνών. Η άμεση εξοικονόμηση θα ανέλθει σε 3 δισ. ευρώ. (Συμπεριλαμβανομένης της ασφαλιστικής δαπάνης εκτιμούμε ότι το μέσο ετήσιο μισθολογικό κόστος μετά τις μειώσεις είναι 30.000 ευρώ. Αυτό επί 200.000 μάς δίνει 6 δισ. ευρώ από τα οποία αφαιρούμε τα 3 δισ. ευρώ για αποζημιώσεις). Μέχρι το τέλος του 2016 η εξοικονόμηση θα είναι 21 δισ. ευρώ. Επιπλέον, μέχρι το τέλος του 2014 θα πρέπει να καταργηθούν άλλες 200.000 οργανικές θέσεις (συμπεριλαμβανομένων και των συνταξιοδοτήσεων). Με τους ίδιους όπως παραπάνω υπολογισμούς, η εξοικονόμηση μέχρι το τέλος του 2016 θα ανέλθει τουλάχιστον σε 12 δισ. ευρώ. Ετσι, από την προσαρμογή των θέσεων απασχόλησης στο Δημόσιο μέχρι το 2016 θα εξοικονομηθούν τουλάχιστον 33 δισ. ευρώ.
Στο εν λόγω ποσό μπορούν ακόμη να προστεθούν μέχρι το 2016 ενδεικτικά οι ακόλουθες οικονομίες:
1. Από την ιδιωτικοποίηση του ΟΣΕ, περίπου 1,5 δισ. ευρώ.
2. Από την κατάργηση της σκανδαλώδους επιδότησης στον ΟΑΠ ΔΕΗ, 2,4 δισ. ευρώ.
3. Από το κλείσιμο 300 περίπου περιττών φορέων του Δημοσίου, 1,5 δισ. ευρώ.
4. Από την περικοπή των συντάξεων που δεν αντιστοιχούν σε εισφορές οι οποίες πληρώθηκαν στον εργάσιμο βίο των συνταξιούχων στις ευγενείς ΔΕΚΟ, 3 δισ. ευρώ - με τους μετριοπαθέστερους υπολογισμούς.
Από τις παραπάνω εκτιμήσεις προκύπτει ότι -πολύ πρόχειρα και χωρίς να σκεφτούμε περικοπές σπατάλης που προέρχονται από κραυγαλέες περιπτώσεις απάτης κατά του Δημοσίου, έσοδα από την πάταξη της φοροδιαφυγής κ.ά.- η εξοικονόμηση δημόσιων δαπανών σε μόνιμη βάση αγγίζει τα 41,5 δισ. ευρώ. Είναι δηλαδή τρεις φορές μεγαλύτερη απ’ αυτήν που επιχειρείται με τα νέα άδικα και εξισωτικά μέτρα.
Σε αντίθεση με τη μονόπλευρη πολιτική λιτότητας, η οποία εφαρμόζεται επί τρία έτη χωρίς αποτέλεσμα και με καταστροφικές συνέπειες, με την πολιτική που προτείνουμε θα βγούμε σίγουρα από το αδιέξοδο γιατί:
1. Η συρρίκνωση του Δημοσίου θα λειτουργήσει ευεργετικά στον ιδιωτικό τομέα, αφού ένα μέρος της ανωτέρω σημαντικότατης εξοικονόμησης πόρων θα πάει για την απομείωση του δημόσιου χρέους, ένα άλλο μέρος θα επιστρέψει στον ιδιωτικό τομέα (με εξόφληση όλων των υποχρεώσεων του Δημοσίου προς τους προμηθευτές του), και ακόμη ένα άλλο μέρος θα καλύψει τη δραστική μείωση των φόρων.
2. Η ανάπτυξη που θα προέλθει από τη μεταφορά πόρων από το κράτος στην ιδιωτική οικονομία σε συνδυασμό με όσα διαρθρωτικά μέτρα έχει συμφωνήσει το ελληνικό κράτος με τους δανειστές του να λάβει (μείωση των γραφειοκρατικών εμποδίων στο επιχειρείν, άρση των ανελαστικών ρυθμίσεων στην αγορά εργασίας, άνοιγμα των κλειστών επαγγελμάτων, κατάργηση των φόρων υπέρ τρίτων κ.ο.κ.) θα κινητοποιήσει την ελληνική επιχειρηματικότητα, θα ενθαρρύνει τις εγχώριες και ξένες επενδύσεις και θα αλλάξει τις οικονομικές προοπτικές των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων, με αποτέλεσμα η οικονομία να επιστρέψει σύντομα στην ανάπτυξη.
Το τίμημα των μη απολύσεων στον δημόσιο τομέα, που αποτελεί συνειδητή επιλογή του πολιτικού συστήματος, την οποία δυστυχώς ανέχεται και η τρόικα, είναι πολύ βαρύ για την κοινωνία. Επαναλαμβάνουμε ότι:
1. Προκαλεί μεγάλη και άδικη φορολογία στα εισοδήματα των φυσικών προσώπων και των επιχειρήσεων, φορολογία η οποία απλώς «κουκουλώνει» πρόσκαιρα τα ελλείμματα που δημιουργούν οι εκατοντάδες χιλιάδες υπεράριθμοι δημόσιοι υπάλληλοι.
2. Οδηγεί στην ανεργία διπλάσιους ή και τριπλάσιους εργαζόμενους στον ιδιωτικό τομέα, ο οποίος γονατίζει από τους φόρους και αναγκάζεται να περιορίζει τις θέσεις εργασίας ή τους μισθούς των εργαζομένων του.
3. Παρατείνεται η ύφεση στην οικονομία, γιατί ο δημόσιος τομέας διαχειρίζεται αναποτελεσματικά και σπάταλα τα χρήματα των φορολογουμένων.
Εξαιτίας τους, μέχρι το τέλος του 2013, εκτιμούμε ότι θα προστεθούν στους ανέργους άλλες 350.000 εργαζόμενοι, ενώ κατά το ίδιο διάστημα θα κλείσουν άλλες 30.000 με 40.000 επιχειρήσεις του ιδιωτικού τομέα.
Συμπερασματικά, υπάρχει πολύ στενόχωρη μεν αλλά ελπιδοφόρα εναλλακτική πολιτική, ώστε ενόσω το πολιτικό σύστημα αναβάλλει την εφαρμογή της, φέρει ακέραιη την ευθύνη για όλα τα δεινά που κυοφορούνται.
* Ο κ. Γεώργιος Μπήτρος είναι ομότιμος καθηγητής του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών.
** Ο κ. Τάσος Αβραντίνης είναι δικηγόρος, πρώην αντιδήμαρχος Αθηναίων και μέλος της Διοικούσας Επιτροπής της Δράσης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου